ΠΡΟΒΑΤΟ ΚΑΛΛΑΡΥΤΙΚΗΣ ΦΥΛΗΣ

Ύψος ακρωμίου: Κριοί: 65-68cm - Σωματικό Βάρος: 60-65Kg

Ύψος ακρωμίου: Προβατίνες: 57-60cm - Σωματικό Βάρος: 42-46Kg

    Ο τύπος αυτός είναι μια από τις αρκετές παραλλαγές του Ορεινού Ηπειρωτικού προβάτου. Η ονομασία του προέρχεται από το ορεινό χωριό Καλαρρύτες του νομού Ιωαννίνων, όπου εκτρέφονταν παλαιότερα σε αρκετά μεγάλο πληθυσμό. Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς ορισμένων, το πρόβατο αυτό δημιουργήθηκε στο γειτονικό χωριό Συρράκο και από εκεί διαδόθηκε στους Καλαρρύτες, όπου αργότερα διαφοροποιήθηκε ελαφρά στο χρωματισμό της κεφαλής, των αυτιών και των ποδιών του.

    Οι παλαιοί προβατοτρόφοι υποστηρίζουν ότι οι κάτοικοι του Συρράκου δεν ήταν ικανοποιημένοι από το μαλλί του Βλάχικου προβάτου που εκτρέφανε παλαιότερα και καθώς ήταν ταξιδιώτες και έμποροι υφαντών εισήγαγαν πριν από 250 έως 300 χρόνια πρόβατα με μαλλί καλύτερης ποιότητας από τη νότια Ιταλία, κυρίως της φυλής Comisana της Σικελίας. Στόχος τους ήταν η αύξηση της παραγωγής και βελτίωση της ποιότητας του μαλλιού, για την κατασκευή χονδρών ρούχων, κυρίως για παντελόνια, φανέλες, κάπες κ.α.

  Οι Συρρακιώτες διατηρούσαν περίπου 120.000 πρόβατα, τα οποία τους καλοκαιρινούς μήνες έβοσκαν στους ορεινούς βοσκότοπους των Τζουμέρκων, ακόμη του Σμόλικα και των Αγράφων, ενώ τους χειμερινούς μήνες άλλα διέμεναν στις πεδιάδες της νότιας Ηπείρου και άλλα στις πλησιέστερες της Θεσσαλίας. Οι εκτροφείς του είναι συναισθηματικά δεμένοι με τη φυλή και αρνούνται κατηγορηματικά την εισαγωγή ξένου γενετικού υλικού στα ποίμνιά τους. Σήμερα, ο πληθυσμός του προβάτου αυτού, που έχει εντοπισθεί κ εξετάζεται από τα Κ.Ζ.Γ.Π. Ιωαννίνων και Καρδίτσας στις περιοχές αρμοδιότητάς τους, ανέρχεται περίπου σε 5.504 άτομα, διατηρούμενα αμιγώς σε 20 ποίμνια των νομών Ιωαννίνων, Λάρισας, Τρικάλων και Καρδίτσας.

    Το Καλαρρύτικο πρόβατο είναι λιτοδίαιτο, πολύ ανθεκτικό και προσαρμοσμένο στο ορεινό περιβάλλον με υψόμετρο 1.300m και άνω. Έχει ενταχθεί στις προστατευόμενες υπό εξαφάνιση αυτόχθονες φυλές προβάτων και συγκεκριμένα στην κατηγορία των ευαίσθητων φυλών.

    Ο χρωματισμός του προβάτου αυτού είναι λευκός. Οι παρειές του προσώπου του φέρουν στο μεγαλύτερο μέρος τους, σε μεγάλη ομοιομορφία, βαθύ ερυθρό (κρασάτο) ή ξέθωρο χρωματισμό, όπως και τα αυτιά, το ακρορρίνιο και συχνά στις άκρες των ποδιών του. Το μέτωπο είναι συνήθως λευκό, όπως και το επιρρίνιο, που είναι ελαφρά κυρτό.

    Το κεφάλι είναι μέτριου έως μεγάλου μεγέθους. Τα αυτιά έχουν οριζόντια θέση με ελαφρά κλίση προς τα κάτω και είναι μέτριου έως μεγάλου μεγέθους. Οι κριοί φέρουν μεγάλα και ελικοειδή κέρατα, ενώ οι προβατίνες είναι ακέρατες.

    Το σώμα του Καλαρρύτικου προβάτου είναι μέτριου μήκους, φτάνει τα 63 cm, και το στήθος του ιδιαίτερα ευρύ (19 περίπου cm), και βαθύ (περίπου 30 cm). Το ύψος του ακρωμίου στους κριούς κυμαίνεται από 65 – 68 cm και το βάρος από 55 – 60 kg, ενώ στις προβατίνες από 57 — 60 cm και 42 – 46 kg αντίστοιχα. Τα πόδια είναι αρκετά κοντά (περίπου 30 cm) και ιδιαίτερα ισχυρά. Η ουρά είναι στη βάση της πλατιά και καλύπτεται από πυκνό και πολύ απαλό στην αφή μαλλί.

    Ο μαστός είναι μέτριας ανάπτυξης, καλής πρόσφυσης και αρμεκτικότητας. Οι θηλές του είναι ελαφρά πλάγιας κατεύθυνσης και μήκους 3,5-4 cm, ευχερείς στο άρμεγμα και το θηλασμό.

     Το Καλαρρύτικο πρόβατο ανήκει στα αναμικτόμαλλα πρόβατα. Το μαλλί του είναι πυκνό με υψηλή αναλογία εριοτριχών, το οποίο αφήνει ακάλυπτη την κάτω κοιλιακή χώρα, τα κάτω άκρα και το πρόσωπο, ενώ στο κεφάλι φέρει πλούσια ροκόμη, ιδιαίτερα σε νεαρή ηλικία.

    Η γονιμοποίηση των προβατίνων αρχίζει κατά κανόνα από αρχές Ιουνίου και διαρκεί έως τις αρχές Αυγούστου. Οι τοκετοί πραγματοποιούνται από Νοέμβριο έως τα μέσα Ιανουαρίου. Οι όψιμες προβατίνες και οι αρνάδες γεννούν από τις αρχές Φεβρουάριου έως τα μέσα Μαρτίου.

    Η πολυδυμία κυμαίνεται από 110 έως 115 γενόμενα αρνιά και η θνησιμότητα τους κατά το πρώτο δεκαήμερο του θηλασμού ανέρχεται σε ποσοστό 3 -4% .

   Η απόδοση της φυλής σε γάλα είναι 80 έως 100 kg. Όλο το παραγόμενο γάλα χρησιμοποιείται για την παραγωγή τυριών διαφόρων ειδών στα τυροκομία της περιοχής, ενώ σε λίγες περιπτώσεις τυροκομείται από τους ίδιους τους εκτροφείς.